Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Ἡ σόμπα τῶν σουρρεαλιστῶν


Καὶ λέ­γων ταῦ­τα ἐ­ξε­δύ­θη ἀ­πο­φα­σι­στι­κῶς τοῦ ἐ­πι­σή­μου ἐν­δύ­μα­τός του, τὸ ἀ­νήρ­τη­σεν ἐ­πι­με­λῶς ἐκ με­γά­λου ἥ­λου ἐ­φη­λω­μέ­νου εἰς τὸν τοῖ­χον, ἤ­νοι­ξεν τὸ ἄ­νω μέ­ρος τῆς θερ­μά­στρας, ἔ­θε­σεν τὸν ἕ­να πό­δα ἐν­τός, κα­τό­πιν τὸν ἄλ­λον, καὶ κρα­τῶν εἰς τὴν πα­λά­μην μι­κράν πο­λύ­χρω­μον χρυ­σαλ­λί­δα – τὴν ψυ­χήν του, τὴν προ­σέ­φε­ρεν ἀ­νι­δι­ο­τε­λῶς εἰς τὴν ἀν­θρω­πό­τη­τα.
André  Breton δὲν ἐ­καί­ε­το! Δὲν ἐ­καί­ε­το δι­ό­τι δι­ὰ τῆς ποι­ή­σε­ως εἶ­χεν ὑ­περ­βῇ τὴν ἀν­θρω­πί­νην κα­τά­στα­σιν. Καὶ τό­τε ὁ μου­σό­πλη­κτος ποι­η­τὴς ἤρ­ξα­το ἀ­παγ­γέ­λων φλο­γε­ροὺς στί­χους ὡς παῖς ἐν κα­μί­νω φλε­γό­με­νος, ὡς μάρ­τυς πε­ρι­φλε­γὴς καὶ φλο­γώ­δης:

«Du vase en cristal de boheme
Du vase en cris
Du vase en cris
Du vase en
     En cristal[1]...»

Εἰς τὸ ­κου­σμα αὐ­τῶν τῶν στί­χων αἱ φλό­γες ­ξε­μά­νη­σαν καὶ ­ξε­το­ξεύ­θη­σαν ­ως τῆς ­ρο­φῆς· ­τρι­ζον καὶ ­σπιν­θη­ρο­βό­λουν καὶ André  Breton, σουρ­ρε­α­λι­στὴς ποι­η­τὴς μὲ τὴν ψυ­χὴν ἐν τῇ πα­λά­μῃ, ­θερ­μάν­θη ­πὸ κο­ρυ­φῆς μέ­χρις ­νύ­χων ­ως λευ­κο­πυ­ρώ­σε­ως, ­μοι­ά­ζων μὲ τὸν ­πα­στρά­πτον­τα θε­ὸν ­πόλ­λω­να, ­παγ­γέλ­λων λά­βρος μὲ στεν­το­ρεί­αν φω­νήν,

»Du vase en cristal de boheme
Boheme
Boheme
    Boheme...»

...καὶ ­χι μό­νον δὲν ­καί­ε­το, ἀλ­λὰ εἶ­χεν καὶ ­γρί­αν στῦ­σιν δι­ό­τι πυ­ρὰ ­λει­χεν μὲ τὰς γλώσ­σας της τὸ δυ­να­τόν του πέ­ος καὶ τοὺς σφιγ­κτούς του ὄρ­χεις ὡς ὀρ­γῶ­σα μαι­νάς.
Τὰ καυ­σα­έ­ρι­α ἐμ­βόμ­βι­ζον - μποὺμ-μποὺμ-μπούμ! ἐν­τὸς τοῦ κα­πνο­σω­λῆ­νοςκοι­νῶς, μπου­ρὶτὸ ­ποῖ­ον ­ξερ­χό­με­νον τοῦ πα­ρα­θύ­ρου, ­ξη­κόν­τι­ζεν τὸν κα­πνὸν πρὸς τὰ κά­τω ὁρ­μη­τι­κῶς, προ­ω­θὸν τὸ ξε­νο­δο­χεῖ­ον, ἀν­τι­θέ­τως, πρὸς τὰ ­νω, βά­σει τῆς θε­με­λι­ώ­δους φυ­σι­κῆς ἀρ­χῆς τῆς δι­α­τη­ρή­σε­ως τῆς ὁρ­μῆς.
­δὼν Marcel Duchamp τὴν ἔκ­φρα­σιν ­πο­ρί­ας ­πὶ τοῦ προ­σώ­που μου, δι­ευ­κρί­νη­σεν:
« θερ­μο­γό­νος δύ­να­μις τῆς ποι­ή­σε­ως τοῦ Ἀν­δρὲ Βρε­τὸν εἶ­ναι το­σοῦ­τον με­γά­ληπολ­λα­πλα­σί­α ­κεί­νης τῶν καυ­σο­ξύ­λων, τῆς κη­ρο­ζί­νης, ­κό­μη καὶ τοῦ ­γροῦ ­δρο­γό­νου­στε δύ­να­ται νὰ ­πο­θε­με­λι­ώ­σῃ ­λό­κλη­ρον ξε­νο­δο­χεῖ­ον καὶ νὰ τὸ ­νυ­ψώ­σῃ εἰς τοὺς αἰ­θέ­ρας
«Ἀ­πί­στευ­τον!»
« ποί­η­σις ­γα­πη­τὲ κύ­ρι­ε, εἶ­ναι τὸ καύ­σι­μον τῆς ζω­ῆς, καὶ οἱ ποι­η­ταὶ οἱ θερ­μα­σταὶ αὐ­τῆς· θερ­μαί­νουν τὰς καρ­δί­ας τῶν ἀν­θρώ­πων


[1] Εἶναι τὸ ποίημα τοῦ André Breton, Pièce fausse.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου