Θα συνεχίσουμε βόρεια για διακόσια περίπου χιλιόμετρα και σε δυο ώρες θα περνάμε τα άλλοτε ποτέ σύνορα με τη FYROM. Τα φυλάκια θα είναι έρημα και μισογκρεμισμένα.
Θα περάσουμε τη Gevgelija και θα κατευθυνθούμε προς το Veles· η νύχτα θα ’ναι κατασκότεινη· ο Krill θα κοιμάται ακουμπισμένος στην πλάτη μου· θα είμαι κουρασμένη, τα μάτια μου θα κλείνουν, κάποια στιγμή θα σταματήσω και θα σβήσω τη μηχανή.
«Krill, κατέβα· απόψε θα κοιμηθούμε εδώ.»
Θα τρώω με τα δάχτυλα μια κονσέρβα βοδινό κρέας, όταν ξαφνικά το τοπίο θα φωτιστεί από μια εξωγήινη, νικελένια λάμψη και όλη η έρημος και οι γύρω λόφοι θα αντιβουίσουν από ένα εμβατήριο...
και ταυτόχρονα θα δούμε να κατηφορίζει την πλαγιά ένα απίστευτο όχημα: μια ιδιοκατασκευή καλυμμένη με λαμαρίνες που θα χτυπάνε, με μεγάφωνα που θα εκπέμπουν στη διαπασών, και δεκάδες κρεμασμένα αναμμένα καντήλια περιμετρικά που θα ταλαντεύονται πέρα - δώθε! Οι προβολείς του θα με τυφλώνουν και θα φέρω την παλάμη στα μάτια. Πίσω και πλάι σ’ αυτό το αλλοπρόσαλλο πράγμα θα τρέχουν, κραδαίνοντας ασπίδες και δόρατα, καμιά διακοσαριά ξυπόλυτοι με γελοίες περικεφαλαίες και κουρελιασμένες πορφυρὲς χλαμύδες.
Θα μείνουμε άναυδοι. Θα σταματήσουν πενήντα περίπου μέτρα μακριά μας, το εμβατήριο θα διακοπεί κι απ’ την καταπακτή του πυργίσκου θα προβάλει ένας αλλόκοτος τύπος με γυαλιά, κάσκα αεροπόρου και πούρο στο στόμα.
«Εισήλθατε παράνομα στο εθνικό έδαφος της ξακουστής Μακεδονίας,» θα φωνάξει άγρια. «Εμείς είμαστε οι original απόγονοι του μεγάλου Αλέξανδρου. Εσείς τι είστε; Τίποτα δεν είστε!».
«Δεν εί-στε τί-πο-τα! Δεν εί-στε τί-πο-τα!» θ’ αρχίσουν να φωνάζουν ρυθμικά οι ξυπόλυτοι ηλίθιοι.
«Τι είναι η ψυχή μας;» θα τους ρωτήσει αυτός απ’ τον πυργίσκο.
«Τ’ όνομά μααας..!» θ’ απαντήσουν οι ηλίθιοι.
«Παραχαράσσεται;»
«Όοοχι..!»
«Πλαστογραφείται;»
«Όοοχι..!»
«Η ιστορία μας; Παραποιείται; Αλλοιώνεται;»
«Όχι, όοοχι..!»
«Διαβάστε ιστορία, ρε άσχετοι! Το αίμα νερό δεν γίνεται. Ιστορία, ρεεε!» Και στρέφοντας το πολυβόλο εναντίον μας θα ρωτήσει: «Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;»
Θα τραβήξω πιστόλι και θα πυροβολήσω: γυαλιά, μυαλά, κάσκα, πούρο, θα στριφογυρίσουν αρκετές φορές στον αέρα μέχρι να πέσουν στο έδαφος...
«Πήδα!» θα φωνάξω στον Krill και θα ξεκινήσω σπινάροντας.
Θα μας κυνηγήσουν, αλλά γρήγορα θ’ απομακρυνθούμε.
«Τι ήταν αυτοί, Λάρρα;»
«Κάποιοι που ψάχνουν να βρουν τι είναι επειδή δεν είναι τίποτα. Παλιά ιστορία, πού να σου εξηγώ...»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου