ΑΓΓΕΛΟΙ ΚΑΡΦΩΝΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΤΟ
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: ΣΕ ΧΡΟΝΟ ΜΕΛΛΟΝΤΑ
1. Η Λάρρα μαθαίνει ότι έχει καρκίνο
"Glioma...”
«Ορίστε;»
«Εδώ μέσα, στον μπροστινό λοβό, έχεις έναν όγκο σαν μπάλα του γκολφ. Glioma λέγεται» θα πει η διευθύντρια της ογκολογικής κλινικής κοιτάζοντας τις μαγνητικές τομογραφίες που θα είναι αναρτημένες στο φωτεινό πίνακα.
«Δηλαδή;»
«Καρκίνος στον εγκέφαλο» θα πει άχρωμα.
Θα νιώσω να χάνω τον κόσμο κάτω απ’ τα πόδια μου· θα κλονιστώ και θ’ ακουμπήσω στο γραφείο· τα γόνατά μου θα λυθούν· το στόμα μου θα στεγνώσει.
Οι γιατροί και νοσηλευτές που θα βρίσκονται στο γραφείο θα με παρατηρούν με περιέργεια καπνίζοντας· κανείς δε θα σηκωθεί για να μου προσφέρει θέση· το γραφείο θα ’ναι ασφυκτικά μικρό· θα πνίγομαι...
«Λίγο νερό...» θα ψελλίσω.
«Φερ’ της λίγο νερό, Θωμά!» θα πει σ’ ένα νοσοκόμο η διευθύντρια με τα χοντρά μυωπικά γυαλιά. Ο νοσοκόμος θα μου φέρει απ’ τον ψύκτη σ’ ένα μικρό πλαστικό ποτηράκι.
«Είστε σίγουρη;» θα ρωτήσω.Θα με κοιτάξει με απορία.
«Για τη διάγνωση.., είστε σίγουρη;»
«Όλοι αυτό ρωτάτε. Ορίστε...» θα πει και θα σπρώξει προς το μέρος μου το αποτέλεσμα των ιστολογικών εξετάσεων. «Δεν υπάρχει περίπτωση σφάλματος ούτε μια στο δισεκατομμύριο. Σε διαβεβαιώνω»
«Θα.., θα πεθάνω;!» θα ψιθυρίσω με απόγνωση και δάκρυα θ’ ανέβουν στα μάτια μου.
«Ο τύπος καρκίνου που έχεις κορίτσι μου, έχει προσδόκιμο επιβίωσης έξι μήνες. Η χειρουργική επέμβαση έχει μόλις τρία τοις εκατό επιτυχία».
Το βλέμμα της θα είναι άδειο· δε θα φανερώνει τίποτε· κανένα συναίσθημα.
Ένας νεαρός, ανόητος γιατρός θα πεταχτεί και θα πει:
«Μελέτες έδειξαν ότι τα κινητά ενοχοποιούνται για τη ραγδαία άνοδο των περιπτώσεων καρκίνου του εγκεφάλου. Εσείς δεσποινίς θα πρέπει να είχατε κάνει εκτεταμένη χρήση κινητού· έτσι δεν είναι;»
Θα τον κοιτάξω μέσα από τα δάκρυα σαν να ’βλεπα εξωγήινο και με μια ξαφνική μπουνιά θα του βουλώσω το μάτι. Θα πέσει στο πάτωμα, ενώ ο Θωμάς κι ένας ακόμα σωματώδης νοσοκόμος θα με αρπάξουν από πίσω.
«Πετάξτε την έξω!» θα διατάξει η διευθύντρια. «Και μην ξαναπατήσεις το πόδι σου εδώ!»
«Αφήστε με, αφήστε με!» θα τους εκλιπαρώ παλεύοντας.
Θα καταφέρω να βγάλω από την τσέπη μου μια χούφτα vouchers και θα τους τα πετάξω στα μούτρα. Βλέποντας τις μαγικές κάρτες θα κοκκαλώσουν.
«Θωμά, φερ’ τα εδώ»
Ο Θωμάς θα υπακούσει και ’κείνη θα τα χώσει στην τσέπη της βρώμικης ιατρικής ποδιάς της.
«Έχω πολλά· δουλεύω σε πρατήριο υδρογόνου,» θα της φωνάξω.
Στο μάτι της θα λάμψει η σκληρότητα και η απληστία. Αλλάζοντας ύφος θα πει:
«Κάθισε... Περιστατικά σαν το δικό σου αντιμετωπίζονται με χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία ή.., ανάλογα. Πόσα vouchers μπορείς να μας εξασφαλίσεις;»
«Όσα χρειαστούν»
«Ωραία· μπορούμε ν’ ακολουθήσουμε συνδυασμό δύο θεραπειών. Ξεκινάς με temodal των 250mg από σήμερα και σε μια βδομάδα έρχεσαι για ακτινοθεραπεία. Αυτό θα επαναληφθεί για δυο μήνες, εναλλάξ· τη μια βδομάδα χημειοθεραπεία, την άλλη ακτίνες· κατάλαβες; Ενδιάμεσα θα βγάζουμε μαγνητικές για να παρακολουθούμε την εξέλιξη του όγκου. Κάθε φορά θα πληρώνεις προκαταβολικά τρία vouchers. Αν δεν τα έχεις, να μην έρχεσαι· συνεννοηθήκαμε;»
«Ναι...»
«Θωμά πιάσε τα temodal»
Ο Θωμάς θα μου φέρει ένα μεγάλο οβάλ, άσπρο χάπι κι ένα κυπελλάκι νερό. Θα κρατώ το χάπι στα δάχτυλά μου και θα το κοιτάζω αναποφάσιστη...
«Πιες το, ντε! Τι το κοιτάζεις;» θα πει η χοντρή και άσχημη διευθύντρια.
«Τι παρενέργειες έχει;»
Θα δυσανασχετήσει.
«Εδώ πεθαίνεις, τις παρενέργειες κοιτάς;»
«Θέλω να ξέρω»
«Εξαρτάται, από τον ασθενή... Συνήθως απώλεια μαλλιών, διάρροια, ναυτία, εμετοί, ίλιγγοι, αιμορραγίες, αναιμία, εξάντληση, τέτοια... Θωμά πες να περάσει ο επόμενος».
Θα καταπιώ το χάπι, θα σηκωθώ, θα βάλω τον ιατρικό μου φάκελο κάτω απ’ τη μασχάλη σα ν’ αποδέχομαι την καταδίκη μου, αλλά θα εξακολουθήσω να παραμένω καρφωμένη στην ίδια θέση.
«Τι άλλο θες; Δεν ήμουν σαφής;!» θα πει εκνευρισμένη.
«Αν.., αν δεν έχει αποτέλεσμα η θεραπεία;»
«Εε, τότε θα προχωρήσουμε στην επέμβαση. Θωμά, ο επόμενος!»
Θα βγω αργά, αθόρυβα σα να μην πατούν τα πέλματά μου στο δάπεδο, σαν φάντασμα που αιωρείται στον αέρα. Καθώς η πόρτα θα κλείνει πίσω μου, ένας φαλακρός, πρόστυχος γιατρός θα χουφτώσει τα χοντρά πισινά της διευθύντριας λέγοντας με προσποιητό πάθος:
«Γλυφοτσίμπουκα ρουφοκαυλάτα, μανάρα μου!»
Όλοι θα χαχανίσουν χυδαία...
...και εκεί θα παραμείνουν...στο χαχάνισμα...
ΑπάντησηΔιαγραφή