Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2012

50. Ἡ σταύρωσις τοῦ κυρίου ἡμῶν Ίησοῦ Χριστοῦ



   Μετὰ ἀπὸ πολύωρον, κοπιαστικήν, ἀνοδικὴν πορείαν, ἐξήλθομεν ἐπιτέλους εἰς τὴν ἐπικινδύνως ἐπικλινῆ στέγην τοῦ ξενοδοχείου.
      Λυκόφως, περὶ λύχνων ἀφάς[1]. Εἰς τὸν τεφρὸν οὐρανὸν τῆς μεγαλουπόλεως εἶχον ἀπομείνει ὀλίγα ἰώδη ῥάκη νεφῶν ὡς μολυσματική, θανατηφόρος ἀσθένεια, ἐνῷ  χαμηλῶς εἰς τὸν ὁρίζοντα ὑπῆρχεν ἔντονος μεταλλικὴ λάμψις τέμνουσα ἐν τῷ μέσῳ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὡς ξυριστικὴ λεπίς.
          Καὶ τότε εἶδον –ὤ, εἶδον ἐπὶ τῶν κεραιῶν τῶν τηλεοράσεων εἰς τὰς στέγας τῶν Παρισίων, χιλιάδας ἐσταυρωμένους Ἰησοῦς Χριστοὺς ταλαντευομένους ὑπὸ τοῦ ἀνέμου καὶ τοῦ ἰδίου βάρους των.
         Καὶ ἐξ ὅλων τῶν σημείων τῆς πρωτευούσης ἠκούοντο σποραδικῶς οἱ ἐκ βάθους ψυχῆς στεναγμοὶ τῶν ἐσταυρωμένων:
      -«Ἠλί, ἠλιιί…» –ὤοοπ! αἱ λεπταὶ καὶ ὑψηλαὶ κεραῖαι ἐλύγιζον πρὸς μίαν κατεύθυνσιν, καὶ τείνουσαι ὤοοπ! πρὸς τὴν ἀντίθετον,  «λαμὰ σαβαχθανιιί…»[2].
       -«Ἠλί, ἠλιιί…» –ὤοοπ! «λαμὰ σαβαχθανιιί…»
       -«Ἠλί, ἠλιιί…» –ὤοοπ! «λαμὰ σαβαχθανιιί…»
       Καὶ κοιτάζων τὴν θέαν ἀφ’ ὑψηλοῦ, ἀνεγνώρισα τὸν πύργον τοῦ Eiffel, τὴν Notre Dame, τὸ Louvre.., ἐπὶ τῶν στεγῶν τῶν ὁποίων εἶχον ἀνέλθει γυναῖκες καὶ ἄνδρες, ἵνα πανηγυρίσωσιν τὴν σταύρωσιν τῶν χιλιάδων ἡμῶν Σωτήρων. Καὶ μετ’ αὐτῶν εἶχον ἀνεβάσει εἰς τὰς στέγας καὶ τὰ οἰκόσιτα ζῷα των, ἀλέκτορας, γαλάς, κύνας, ἀλλὰ καὶ βοοειδῆ καὶ τράγους καὶ ἵππους.
       Ὁ ἑκατόνταρχος Ὄλκοτ διέταξεν τὰς δύο δερματοσφίκτους λεσβίας Ἄϊκο καὶ Χάλα νὰ δέσωσιν τὸν ἰδικόν μας Χριστὸν ἐπὶ τῆς κεραίας καὶ κατόπιν ὅλοι ὁμοῦ ὑπὸ τῶν ῥυθμικῶν παραγγελμάτων του –ἔ, ὄωπ! ἔ, ὄωπ!– τῇ βοηθείᾳ σχοινίων, τὸν ὑψώσαμεν καὶ τὸν ἐπακτώσαμεν σταθερῶς ἐπὶ τῆς κορυφῆς τῆς στέγης.
      


[1] την ώρα που ανάβουνε τα λυχνάρια
[2] Ματθαίος 27:46. Αραμαϊστί: ܘܠܐܦܝ ܬܫܥ ܫܥܝܢ ܩܥܐ ܝܫܘܥ ܒܩܠܐ ܪܡܐ ܘܐܡܪ ܐܝܠ ܐܝܠ ܠܡܢܐ ܫܒܩܬܢܝ  Ἐβραϊστί: וכעת השעה התשיעית ויצעק ישוע בקול גדול אלי אלי למה שבקתני ותרגומו אלי אלי למה עזבתני׃